Ο,τι καταστροφή δεν κατάφεραν να κάνουν διαχρονικά οι
πυρκαγιές και η άναρχη δόμηση, το αναλαμβάνει τώρα με διαδικασίες fast
track η ανακήρυξη της περιοχής σε ΒΙ.ΠΕ. με σκοπό τη δημιουργία
εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας
Της Νέλλης Ψαρρού από την ΕφΣυν
Με κοινή υπουργική απόφαση εγκρίθηκε η οριοθέτηση ιδιωτικής Βιομηχανικής Περιοχής (ΒΙ.ΠΕ.) στο Μαντούδι στη Βόρεια Εύβοια. Σκοπός η δημιουργία εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας 1.160 MW με καύση φυσικού αερίου του ομίλου ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ, εργοστάσιο που θα καταστήσει έτσι την περιοχή δεύτερο ενεργειακό κέντρο της χώρας μετά την Πτολεμαΐδα.
Σε απόσταση 2-2,5 ωρών από την Αθήνα, σε μια διαδρομή μέσα από πεύκα και πλατάνια, βρίσκεται το Μαντούδι. Η ευρύτερη περιοχή του... Δήμου Λίμνης – Μαντουδίου – Αγ. Αννας είναι τρίτη στην περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας σε δασοκάλυψη (41%), περιλαμβάνει περιοχή Natura στην ξηρά (όρος Κανδήλι, κοιλάδα Προκοπίου και Δέλτα ποταμού Κηρέα) αλλά και στη θάλασσα (θαλάσσια περιοχή του «Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Αλοννήσου – Βορείων Σποράδων – Ανατολική Σκόπελος», περιοχή υψηλής σημασίας για την προστασία της μεσογειακής φώκιας).
Οι κάτοικοί της την έχουν σώσει μέχρι σήμερα πολλές φορές από καταστροφικές πυρκαγιές με εθελοντικές περιπολίες. Τώρα η πολιτική ηγεσία των μνημονιακών δανειακών συμβάσεων αποφάσισε τη δημιουργία ΒΙ.ΠΕ. (ζώνη υψηλής όχλησης και ρύπων) και την αδειοδότηση των καπνοδόχων της ηλεκτροπαραγωγού εγκατάστασης θυγατρικής της ΤΕΡΝΑ! Μοναδικό κόστος (;) η οριστική υποβάθμιση των μικρών παραγωγικών δραστηριοτήτων και η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος. Ας τα δούμε όμως με τη σειρά.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Στο υπέδαφος της βορειοκεντρικής Εύβοιας υπάρχει εξαιρετικής ποιότητας μαγνησίτης (λευκόλιθος) με αποτέλεσμα την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων από διάφορες εταιρείες από τα τέλη του 19ου αιώνα. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η σημαντικότερη εταιρεία που δραστηριοποιήθηκε στην περιοχή ήταν της οικογένειας Σκαλιστήρη, που εντατικοποίησε και επέκτεινε τις εγκαταστάσεις.
Το 1983, η εταιρεία Σκαλιστήρη ως υπερχρεωμένη, περιήλθε στον έλεγχο του δημοσίου μέσω του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων. Το 1992 διακόπηκε η λειτουργία της εταιρείας, η οποία μπήκε σε καθεστώς εκκαθάρισης – αν και μισοδούλευε ώς το 1996. Οταν από το 1994 ο κλάδος άρχισε να επανακάμπτει χάρη στην αύξηση των τιμών και της ζήτησης διεθνώς, εκδηλώθηκε ενδιαφέρον για την εταιρεία, η οποία τελικώς αγοράστηκε από τη ΒΙΟΜΑΓΝ, μια κοινοπραξία απαρτιζόμενη από τη Βιολίν, ελληνική εταιρεία που δραστηριοποιούνταν στην παραγωγή λιγνίτη, την Alpha Ventures, κεφαλαιακός όμιλος με έδρα του την Αθήνα (η ίδια η τράπεζα Alpha ήταν η εκκαθαρίστρια εταιρεία), τον επιχειρηματία Βαρβούτη και την Τράπεζα Πίστεως.
Η παραχώρηση έγινε αντί του τιμήματος των 2,5 δισεκατομμυρίων δραχμών (7,2 εκατομμύρια ευρώ), με μηδενισμό από την κυβέρνηση όλων των χρεών της πρώην βιομηχανίας Σκαλιστήρη. Με νόμο επίσης (ν. 2388/1996, άρθ. 12.4) απαλλάχτηκε η ΒΙΟΜΑΓΝ από την υποχρέωση αποκατάστασης των περιβαλλοντικών ζημιών και αλλοιώσεων, όπως όριζε ο Μεταλλευτικός Κώδικάς (άρθ. 114Β ν.δ. 210/1973), με αποτέλεσμα αυτές να μην αποτελούν υποχρέωση κανενός! Να σημειωθεί ότι πολλά χρόνια μετά έχουν βρεθεί θαμμένα τοξικά απόβλητα σε σκουριασμένα βαρέλια.
Στη σύντομη λειτουργία της η ΒΙΟΜΑΓΝ κατέστη η δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής μαγνησίτη στην Ελλάδα με ετήσια παραγωγή 250.000 τόνους και διαπιστωμένα αποθέματα περίπου 9 εκατ. τόνους. Παρόλο που στον πρώτο μόλις χρόνο λειτουργίας της πέτυχε έναν κύκλο εργασιών-τζίρο που ξεπερνούσε τα 2,6 δισ. δρχ. (όσο αγοράστηκαν τα μεταλλεία), μόλις το 1999 κήρυξε πτώχευση. Ως το 2006 οι εργαζόμενοι παρέμειναν απλήρωτοι, παρά την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας.
Τότε επήλθε πτωχευτικός συμβιβασμός και η ΒΙΟΜΑΓΝ περιήλθε στην κυριότητα του ομίλου ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ (Γ. Περιστέρης) έναντι του ποσού των 33 εκατ. ευρώ που ήταν τα χρέη της εταιρείας – 3 εκατ. ευρώ ήταν οι οφειλές προς τους εργαζόμενους. Με αυτά τα χρήματα η ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ αγόρασε τη ΒΙΟΜΑΓΝ, τις εγκαταστάσεις καθώς και 800 στρέμματα γης κοντά στη θάλασσα…
Το 2006, λοιπόν, η εταιρεία ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ αγοράζει τη ΒΙΟΜΑΓΝ που είχε τα κοιτάσματα λευκόλιθου. Ομως το ενδιαφέρον της για την περιοχή φαίνεται να είναι διαφορετικό. Μέσω της θυγατρικής της Ηρων-Θερμοηλεκτρική, είχε ήδη προτείνει την κατασκευή εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος με καύση λιθάνθρακα. Αν και ο λιθάνθρακας θεωρείται από τις πιο ρυπογόνες πρώτες ύλες και η χρήση του έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί στην Ευρώπη, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) ενέκρινε το έργο στις αρχές του 2007.
To “καρότο”
Οι 500 θέσεις εργασίας που υποσχόταν η εταιρεία αποτελούσαν το «καρότο» σε μια περιοχή που, εξαρτημένη για δεκαετίες από τις μεταλλευτικές δραστηριότητες, μαστιζόταν από ανεργία αλλά και ραγδαία εγκατάλειψη. Ομως το «καρότο» αποδείχτηκε ανύπαρκτο: σύντομα οι θέσεις εργασίας έγιναν 180, με τις 80 από αυτές να αφορούν εξειδικευμένο προσωπικό. Τότε κάποιοι πολίτες διοργάνωσαν ημερίδες ενημέρωσης, παρεμβάσεις κ.λπ. ενάντια στην επένδυση και την επαπειλούμενη υποβάθμιση της περιοχής τους. Η έντονη κινητοποίησή τους (έφτασαν μέχρι την πραγματοποίηση λαϊκής διαβούλευσης με 700 άτομα στο κλειστό γήπεδο του χωριού όπου εκφράστηκε η εναντίωση στο έργο) ματαίωσε τα σχέδια – προσωρινά.
Από το 2007 ώς το 2010 δεν υπήρξε εμφανής κίνηση από την εταιρεία. Ομως, τον Αύγουστο του 2010 η ΤΕΡΝΑ κατέθεσε αίτηση δημιουργίας Βιομηχανικής Περιοχής (ΒΙΠΕ). Φαίνεται πως στο μεταξύ είχε εξασφαλιστεί η απαιτούμενη πολιτική δέσμευση για τη δημιουργία ΒΙΠΕ στο Μαντούδι, μια περιοχή για την οποία τα δύο ειδικά χωροταξικά σχέδια (για τον τουρισμό και τη βιομηχανία) προδιαγράφουν την ανάδειξη και διατήρηση των εξορυκτικών δραστηριοτήτων, που είναι μεσαίας και όχι υψηλής όχλησης όπως στις ΒΙΠΕ, την ανάπτυξη ήπιων και εναλλακτικών μορφών τουρισμού, καθώς και δραστηριότητες που συμβάλλουν στην ανάδειξη της εικόνας της περιοχής και δεν θίγουν το περιβάλλον ως τουριστικό πόρο.
Η αίτηση της ΤΕΡΝΑ δεν κοινοποιήθηκε στους πολίτες, που το έμαθαν τυχαία και απευθύνθηκαν στη γενική γραμματεία Επιθεώρησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας του ΥΠΕΚΑ. Η ειδική γραμματέας Μαργαρίτα Καραβασίλη εξέδωσε στις 17/10/2011 έγγραφο που χαρακτηρίζει την υποβληθείσα Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) της εταιρείας ως «απολύτως ελλιπή». Η επίσημη αυτή γνωμοδότηση λοιδορήθηκε στην πράξη από τον δήμαρχο του Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγ. Αννας Ανέστη Ψαρρό, ο οποίος έσκισε το έγγραφο μπροστά σε όλους στο Δ.Σ. του δήμου, καταφερόμενος μάλιστα εναντίον της προσωπικά και διατυμπανίζοντας ότι το δημοτικό συμβούλιο και οι πολίτες επιθυμούν διακαώς το έργο που θα φέρει αειφόρο ανάπτυξη στον δήμο, χωρίς καν να υπάρχει σχετική απόφαση του Δ.Σ.
Λοιδορήθηκε και από τη ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ, η οποία με επιστολή της αμφισβήτησε την αρμοδιότητα της Επιθεώρησης Περιβάλλοντος (!) και ζήτησε την «άμεση ανάκληση του εγγράφου», καθώς επίσης ζήτησε παρέμβαση προς τη διευθύντρια Χωροταξίας Πολυξένη Ζέικου προκειμένου να δώσει σχετική προτεραιότητα στο φάκελο. Πράγματι, στις 28/11/2011 η Π. Ζέικου υπέγραψε έγγραφο με το οποίο χαρακτηρίζει τη ΜΠΕ «συμβατή με τις κατευθύνσεις του υφιστάμενου Χωροταξικού Σχεδιασμού». Να αναφέρουμε ότι η προϊσταμένη της κ. Ζέικου, δηλαδή γενική γραμματέας Χωροταξίας και Αστικής Ανάπλασης, ήταν η Μαρία Καλτσά, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ από τις 27/6/2007.
Τα στελέχη
Η κ. Καλτσά δεν ήταν η μόνη παρουσία της ΤΕΡΝΑ στην πολιτική ηγεσία τής (τότε) κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου. Ο γ.γ. Συγχρηματοδοτούμενων Δημοσίων Εργων Σέργιος Λαμπρόπουλος υπήρξε επίσης στέλεχος κοινοπραξίας της εταιρείας. Εν συνεχεία και οι επιλογές της τρικομματικής κυβέρνησης παρέμειναν στην ίδια γραμμή, καθώς ο Γιώργος Μέργος, σήμερα γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών, ήταν μέλος του Δ.Σ. της ΤΕΡΝΑ από τις 23 Ιουνίου 2011 ώς τις 5 Ιουλίου 2012. Αλλά και ο ίδιος ο υφυπουργός Ανάπτυξης, Αθανάσιος Σκορδάς, είχε παραστεί ως εκπρόσωπος της ΤΕΡΝΑ στο δημοτικό συμβούλιο στο Μαντούδι, στις 21/6/2010, όπου με εισήγησή του περιέγραψε τα πολλαπλά οφέλη της περιοχής από την επένδυση της εταιρείας!
Καθώς η Μαργαρίτα Καραβασίλη επέμενε ότι η πρόταση για ΒΙΠΕ είναι «αντίθεση με τις κατευθύνσεις της κείμενης νομοθεσίας», η θητεία της στην Επιθεώρηση Περιβάλλοντος δεν θα είχε μέλλον: απομακρύνθηκε το καλοκαίρι του 2012. Λίγους μήνες μετά, στις 31 Δεκεμβρίου 2012, εκδόθηκε η Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) των υπουργών Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Κ. Χατζηδάκη, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Ε. Λιβιεράτου και Ναυτιλίας και Αιγαίου Κ. Μουσουρούλη (Αριθμ. Φ/Α.5.33/15088/945, ΦΕΚ 3540/2012). Με αυτή την απόφαση εγκρίθηκε η ίδρυση Επιχειρηματικού Πάρκου τύπου Α΄ (όπως μετονομάστηκε η ΒΙΠΕ με τον νόμο 3982/2011) στο Μαντούδι.
Της Νέλλης Ψαρρού από την ΕφΣυν
Με κοινή υπουργική απόφαση εγκρίθηκε η οριοθέτηση ιδιωτικής Βιομηχανικής Περιοχής (ΒΙ.ΠΕ.) στο Μαντούδι στη Βόρεια Εύβοια. Σκοπός η δημιουργία εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας 1.160 MW με καύση φυσικού αερίου του ομίλου ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ, εργοστάσιο που θα καταστήσει έτσι την περιοχή δεύτερο ενεργειακό κέντρο της χώρας μετά την Πτολεμαΐδα.
Σε απόσταση 2-2,5 ωρών από την Αθήνα, σε μια διαδρομή μέσα από πεύκα και πλατάνια, βρίσκεται το Μαντούδι. Η ευρύτερη περιοχή του... Δήμου Λίμνης – Μαντουδίου – Αγ. Αννας είναι τρίτη στην περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας σε δασοκάλυψη (41%), περιλαμβάνει περιοχή Natura στην ξηρά (όρος Κανδήλι, κοιλάδα Προκοπίου και Δέλτα ποταμού Κηρέα) αλλά και στη θάλασσα (θαλάσσια περιοχή του «Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Αλοννήσου – Βορείων Σποράδων – Ανατολική Σκόπελος», περιοχή υψηλής σημασίας για την προστασία της μεσογειακής φώκιας).
Οι κάτοικοί της την έχουν σώσει μέχρι σήμερα πολλές φορές από καταστροφικές πυρκαγιές με εθελοντικές περιπολίες. Τώρα η πολιτική ηγεσία των μνημονιακών δανειακών συμβάσεων αποφάσισε τη δημιουργία ΒΙ.ΠΕ. (ζώνη υψηλής όχλησης και ρύπων) και την αδειοδότηση των καπνοδόχων της ηλεκτροπαραγωγού εγκατάστασης θυγατρικής της ΤΕΡΝΑ! Μοναδικό κόστος (;) η οριστική υποβάθμιση των μικρών παραγωγικών δραστηριοτήτων και η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος. Ας τα δούμε όμως με τη σειρά.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Στο υπέδαφος της βορειοκεντρικής Εύβοιας υπάρχει εξαιρετικής ποιότητας μαγνησίτης (λευκόλιθος) με αποτέλεσμα την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων από διάφορες εταιρείες από τα τέλη του 19ου αιώνα. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η σημαντικότερη εταιρεία που δραστηριοποιήθηκε στην περιοχή ήταν της οικογένειας Σκαλιστήρη, που εντατικοποίησε και επέκτεινε τις εγκαταστάσεις.
Το 1983, η εταιρεία Σκαλιστήρη ως υπερχρεωμένη, περιήλθε στον έλεγχο του δημοσίου μέσω του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων. Το 1992 διακόπηκε η λειτουργία της εταιρείας, η οποία μπήκε σε καθεστώς εκκαθάρισης – αν και μισοδούλευε ώς το 1996. Οταν από το 1994 ο κλάδος άρχισε να επανακάμπτει χάρη στην αύξηση των τιμών και της ζήτησης διεθνώς, εκδηλώθηκε ενδιαφέρον για την εταιρεία, η οποία τελικώς αγοράστηκε από τη ΒΙΟΜΑΓΝ, μια κοινοπραξία απαρτιζόμενη από τη Βιολίν, ελληνική εταιρεία που δραστηριοποιούνταν στην παραγωγή λιγνίτη, την Alpha Ventures, κεφαλαιακός όμιλος με έδρα του την Αθήνα (η ίδια η τράπεζα Alpha ήταν η εκκαθαρίστρια εταιρεία), τον επιχειρηματία Βαρβούτη και την Τράπεζα Πίστεως.
Η παραχώρηση έγινε αντί του τιμήματος των 2,5 δισεκατομμυρίων δραχμών (7,2 εκατομμύρια ευρώ), με μηδενισμό από την κυβέρνηση όλων των χρεών της πρώην βιομηχανίας Σκαλιστήρη. Με νόμο επίσης (ν. 2388/1996, άρθ. 12.4) απαλλάχτηκε η ΒΙΟΜΑΓΝ από την υποχρέωση αποκατάστασης των περιβαλλοντικών ζημιών και αλλοιώσεων, όπως όριζε ο Μεταλλευτικός Κώδικάς (άρθ. 114Β ν.δ. 210/1973), με αποτέλεσμα αυτές να μην αποτελούν υποχρέωση κανενός! Να σημειωθεί ότι πολλά χρόνια μετά έχουν βρεθεί θαμμένα τοξικά απόβλητα σε σκουριασμένα βαρέλια.
Στη σύντομη λειτουργία της η ΒΙΟΜΑΓΝ κατέστη η δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής μαγνησίτη στην Ελλάδα με ετήσια παραγωγή 250.000 τόνους και διαπιστωμένα αποθέματα περίπου 9 εκατ. τόνους. Παρόλο που στον πρώτο μόλις χρόνο λειτουργίας της πέτυχε έναν κύκλο εργασιών-τζίρο που ξεπερνούσε τα 2,6 δισ. δρχ. (όσο αγοράστηκαν τα μεταλλεία), μόλις το 1999 κήρυξε πτώχευση. Ως το 2006 οι εργαζόμενοι παρέμειναν απλήρωτοι, παρά την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας.
Τότε επήλθε πτωχευτικός συμβιβασμός και η ΒΙΟΜΑΓΝ περιήλθε στην κυριότητα του ομίλου ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ (Γ. Περιστέρης) έναντι του ποσού των 33 εκατ. ευρώ που ήταν τα χρέη της εταιρείας – 3 εκατ. ευρώ ήταν οι οφειλές προς τους εργαζόμενους. Με αυτά τα χρήματα η ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ αγόρασε τη ΒΙΟΜΑΓΝ, τις εγκαταστάσεις καθώς και 800 στρέμματα γης κοντά στη θάλασσα…
Το 2006, λοιπόν, η εταιρεία ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ αγοράζει τη ΒΙΟΜΑΓΝ που είχε τα κοιτάσματα λευκόλιθου. Ομως το ενδιαφέρον της για την περιοχή φαίνεται να είναι διαφορετικό. Μέσω της θυγατρικής της Ηρων-Θερμοηλεκτρική, είχε ήδη προτείνει την κατασκευή εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος με καύση λιθάνθρακα. Αν και ο λιθάνθρακας θεωρείται από τις πιο ρυπογόνες πρώτες ύλες και η χρήση του έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί στην Ευρώπη, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) ενέκρινε το έργο στις αρχές του 2007.
To “καρότο”
Οι 500 θέσεις εργασίας που υποσχόταν η εταιρεία αποτελούσαν το «καρότο» σε μια περιοχή που, εξαρτημένη για δεκαετίες από τις μεταλλευτικές δραστηριότητες, μαστιζόταν από ανεργία αλλά και ραγδαία εγκατάλειψη. Ομως το «καρότο» αποδείχτηκε ανύπαρκτο: σύντομα οι θέσεις εργασίας έγιναν 180, με τις 80 από αυτές να αφορούν εξειδικευμένο προσωπικό. Τότε κάποιοι πολίτες διοργάνωσαν ημερίδες ενημέρωσης, παρεμβάσεις κ.λπ. ενάντια στην επένδυση και την επαπειλούμενη υποβάθμιση της περιοχής τους. Η έντονη κινητοποίησή τους (έφτασαν μέχρι την πραγματοποίηση λαϊκής διαβούλευσης με 700 άτομα στο κλειστό γήπεδο του χωριού όπου εκφράστηκε η εναντίωση στο έργο) ματαίωσε τα σχέδια – προσωρινά.
Από το 2007 ώς το 2010 δεν υπήρξε εμφανής κίνηση από την εταιρεία. Ομως, τον Αύγουστο του 2010 η ΤΕΡΝΑ κατέθεσε αίτηση δημιουργίας Βιομηχανικής Περιοχής (ΒΙΠΕ). Φαίνεται πως στο μεταξύ είχε εξασφαλιστεί η απαιτούμενη πολιτική δέσμευση για τη δημιουργία ΒΙΠΕ στο Μαντούδι, μια περιοχή για την οποία τα δύο ειδικά χωροταξικά σχέδια (για τον τουρισμό και τη βιομηχανία) προδιαγράφουν την ανάδειξη και διατήρηση των εξορυκτικών δραστηριοτήτων, που είναι μεσαίας και όχι υψηλής όχλησης όπως στις ΒΙΠΕ, την ανάπτυξη ήπιων και εναλλακτικών μορφών τουρισμού, καθώς και δραστηριότητες που συμβάλλουν στην ανάδειξη της εικόνας της περιοχής και δεν θίγουν το περιβάλλον ως τουριστικό πόρο.
Η αίτηση της ΤΕΡΝΑ δεν κοινοποιήθηκε στους πολίτες, που το έμαθαν τυχαία και απευθύνθηκαν στη γενική γραμματεία Επιθεώρησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας του ΥΠΕΚΑ. Η ειδική γραμματέας Μαργαρίτα Καραβασίλη εξέδωσε στις 17/10/2011 έγγραφο που χαρακτηρίζει την υποβληθείσα Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) της εταιρείας ως «απολύτως ελλιπή». Η επίσημη αυτή γνωμοδότηση λοιδορήθηκε στην πράξη από τον δήμαρχο του Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγ. Αννας Ανέστη Ψαρρό, ο οποίος έσκισε το έγγραφο μπροστά σε όλους στο Δ.Σ. του δήμου, καταφερόμενος μάλιστα εναντίον της προσωπικά και διατυμπανίζοντας ότι το δημοτικό συμβούλιο και οι πολίτες επιθυμούν διακαώς το έργο που θα φέρει αειφόρο ανάπτυξη στον δήμο, χωρίς καν να υπάρχει σχετική απόφαση του Δ.Σ.
Λοιδορήθηκε και από τη ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ, η οποία με επιστολή της αμφισβήτησε την αρμοδιότητα της Επιθεώρησης Περιβάλλοντος (!) και ζήτησε την «άμεση ανάκληση του εγγράφου», καθώς επίσης ζήτησε παρέμβαση προς τη διευθύντρια Χωροταξίας Πολυξένη Ζέικου προκειμένου να δώσει σχετική προτεραιότητα στο φάκελο. Πράγματι, στις 28/11/2011 η Π. Ζέικου υπέγραψε έγγραφο με το οποίο χαρακτηρίζει τη ΜΠΕ «συμβατή με τις κατευθύνσεις του υφιστάμενου Χωροταξικού Σχεδιασμού». Να αναφέρουμε ότι η προϊσταμένη της κ. Ζέικου, δηλαδή γενική γραμματέας Χωροταξίας και Αστικής Ανάπλασης, ήταν η Μαρία Καλτσά, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ από τις 27/6/2007.
Τα στελέχη
Η κ. Καλτσά δεν ήταν η μόνη παρουσία της ΤΕΡΝΑ στην πολιτική ηγεσία τής (τότε) κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου. Ο γ.γ. Συγχρηματοδοτούμενων Δημοσίων Εργων Σέργιος Λαμπρόπουλος υπήρξε επίσης στέλεχος κοινοπραξίας της εταιρείας. Εν συνεχεία και οι επιλογές της τρικομματικής κυβέρνησης παρέμειναν στην ίδια γραμμή, καθώς ο Γιώργος Μέργος, σήμερα γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών, ήταν μέλος του Δ.Σ. της ΤΕΡΝΑ από τις 23 Ιουνίου 2011 ώς τις 5 Ιουλίου 2012. Αλλά και ο ίδιος ο υφυπουργός Ανάπτυξης, Αθανάσιος Σκορδάς, είχε παραστεί ως εκπρόσωπος της ΤΕΡΝΑ στο δημοτικό συμβούλιο στο Μαντούδι, στις 21/6/2010, όπου με εισήγησή του περιέγραψε τα πολλαπλά οφέλη της περιοχής από την επένδυση της εταιρείας!
Καθώς η Μαργαρίτα Καραβασίλη επέμενε ότι η πρόταση για ΒΙΠΕ είναι «αντίθεση με τις κατευθύνσεις της κείμενης νομοθεσίας», η θητεία της στην Επιθεώρηση Περιβάλλοντος δεν θα είχε μέλλον: απομακρύνθηκε το καλοκαίρι του 2012. Λίγους μήνες μετά, στις 31 Δεκεμβρίου 2012, εκδόθηκε η Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) των υπουργών Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Κ. Χατζηδάκη, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Ε. Λιβιεράτου και Ναυτιλίας και Αιγαίου Κ. Μουσουρούλη (Αριθμ. Φ/Α.5.33/15088/945, ΦΕΚ 3540/2012). Με αυτή την απόφαση εγκρίθηκε η ίδρυση Επιχειρηματικού Πάρκου τύπου Α΄ (όπως μετονομάστηκε η ΒΙΠΕ με τον νόμο 3982/2011) στο Μαντούδι.