DNA αλόγου σε χοιρινό αλλαντικό εντόπισε για πρώτη φορά ο ΕΦΕΤ, καθώς μέχρι τώρα ίχνη κρέατος αλόγου είχαν ανιχνευθεί μόνο σε παρασκευάσματα από βοδινό κρέας.
Ειδικότερα, στις 30 Απριλίου ο ΕΦΕΤ απαίτησε την άμεση ανάκληση / απόσυρση βραστής πάριζας με την εμπορική ονομασία...
«Πάριζα Νίκας για τοστ βραστή από φρέσκο χοιρινό κρέας».
Το δείγμα, ήταν από συσκευασία βάρους 3,45 kg (μπαστούνι), έφερε ημερομηνία λήξης 21.6.2013, παρασκευάζεται / συσκευάζεται από την ΝΙΚΑΣ ΑΒΕΕ, 22ο χλμ. Αθηνών- Λαμίας, Άγιο Στέφανο.
Στο εν λόγω προϊόν, βάσει Εργαστηριακής Ανάλυσης, ανιχνεύτηκε DNA αλόγου (στο σύνολο του DNA < 1% και > 0.1%).
Η εταιρεία Νίκας με αφορμή την ανακοίνωση του ΕΦΕΤ ενημέρωσε το καταναλωτικό κοινό ότι αποσύρει από όλα τα καταστήματα σε όλη την Ελλάδα τα προϊόντα Πάριζα Νίκας με ημερομηνία λήξης 21 Ιουνίου 2013.
Προληπτικά και με δική της πρωτοβουλία απέσυρε όλα τα προϊόντα της κατηγορίας Πάριζα με ημερομηνία παραγωγής έως 27 Μαρτίου 2013 και ημερομηνία λήξης έως 27 Ιουλίου 2013, προκειμένου να ελεγχθούν σύμφωνα με τις νέες ακόμα αυστηρότερες προδιαγραφές και διαδικασίες διασφάλισης ποιότητας που εφαρμόζει πλέον η εταιρία.
Σημειώνεται ότι η ανίχνευση, για πρώτη φορά, DNA αλόγου σε χοιρινό κρέας, προβληματίζει τον ΕΦΕΤ.
Κρέας αλόγου στην Ελλάδα – Δεύτερη σε θετικά δείγματα
Στους 111 τόνους ανήλθαν οι ποσότητες κρέατος αλόγου που έφθασαν στην Ελλάδα τη διετία 2011 – 2012, σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Ειδικότερα, το 2011 έφτασαν στην Ελλάδα 37 τόνοι κρέατος αλόγου, εκ των οποίων οι 35 τόνοι από τη Ρουμανία και οι 2 τόνοι από την Ισπανία, ενώ το 2012 εισήχθησαν 74,2 τόνοι κρέατος αλόγου, εκ των οποίων οι 24 τόνοι από την Ισπανία, οι 15,9 τόνοι από τη Ρουμανία και οι 34,3 τόνοι από τη Βουλγαρία.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters, που επικαλείται πηγές από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ελλάδα κατατάσσεται δεύτερη σε θετικά δείγματα κρέατος με DNA αλόγου.
Στην επίσημη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευτεί ακόμα, πρώτη κατατάσσεται η Γαλλία με 47 θετικά δείγματα σε σύνολο 353 ελέγχων.
Ακολουθούν η Ελλάδα με 36 θετικά δείγματα σε σύνολο 288 ελέγχων (12,5%) και η Γερμανία με 29 θετικά δείγματα σε σύνολο 867 ελέγχων.
Ειδικότερα, στις 30 Απριλίου ο ΕΦΕΤ απαίτησε την άμεση ανάκληση / απόσυρση βραστής πάριζας με την εμπορική ονομασία...
«Πάριζα Νίκας για τοστ βραστή από φρέσκο χοιρινό κρέας».
Το δείγμα, ήταν από συσκευασία βάρους 3,45 kg (μπαστούνι), έφερε ημερομηνία λήξης 21.6.2013, παρασκευάζεται / συσκευάζεται από την ΝΙΚΑΣ ΑΒΕΕ, 22ο χλμ. Αθηνών- Λαμίας, Άγιο Στέφανο.
Στο εν λόγω προϊόν, βάσει Εργαστηριακής Ανάλυσης, ανιχνεύτηκε DNA αλόγου (στο σύνολο του DNA < 1% και > 0.1%).
Η εταιρεία Νίκας με αφορμή την ανακοίνωση του ΕΦΕΤ ενημέρωσε το καταναλωτικό κοινό ότι αποσύρει από όλα τα καταστήματα σε όλη την Ελλάδα τα προϊόντα Πάριζα Νίκας με ημερομηνία λήξης 21 Ιουνίου 2013.
Προληπτικά και με δική της πρωτοβουλία απέσυρε όλα τα προϊόντα της κατηγορίας Πάριζα με ημερομηνία παραγωγής έως 27 Μαρτίου 2013 και ημερομηνία λήξης έως 27 Ιουλίου 2013, προκειμένου να ελεγχθούν σύμφωνα με τις νέες ακόμα αυστηρότερες προδιαγραφές και διαδικασίες διασφάλισης ποιότητας που εφαρμόζει πλέον η εταιρία.
Σημειώνεται ότι η ανίχνευση, για πρώτη φορά, DNA αλόγου σε χοιρινό κρέας, προβληματίζει τον ΕΦΕΤ.
Κρέας αλόγου στην Ελλάδα – Δεύτερη σε θετικά δείγματα
Στους 111 τόνους ανήλθαν οι ποσότητες κρέατος αλόγου που έφθασαν στην Ελλάδα τη διετία 2011 – 2012, σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Ειδικότερα, το 2011 έφτασαν στην Ελλάδα 37 τόνοι κρέατος αλόγου, εκ των οποίων οι 35 τόνοι από τη Ρουμανία και οι 2 τόνοι από την Ισπανία, ενώ το 2012 εισήχθησαν 74,2 τόνοι κρέατος αλόγου, εκ των οποίων οι 24 τόνοι από την Ισπανία, οι 15,9 τόνοι από τη Ρουμανία και οι 34,3 τόνοι από τη Βουλγαρία.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters, που επικαλείται πηγές από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ελλάδα κατατάσσεται δεύτερη σε θετικά δείγματα κρέατος με DNA αλόγου.
Στην επίσημη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευτεί ακόμα, πρώτη κατατάσσεται η Γαλλία με 47 θετικά δείγματα σε σύνολο 353 ελέγχων.
Ακολουθούν η Ελλάδα με 36 θετικά δείγματα σε σύνολο 288 ελέγχων (12,5%) και η Γερμανία με 29 θετικά δείγματα σε σύνολο 867 ελέγχων.